-Σου έφερα εδώ κάτι φάρμακα.
-Έγινε λάθος;
-Όχι, απλά ξέχασα πώς τα παίρνω.
-Πάλι ξέχασες;
-Τι τα θες, ένα μυαλό Χειμώνα-Καλοκαίρι.
-Καλά δεν τα είχα γράψει πάνω στα κουτιά;
-Τα είχες γράψει, ναι.
-Ε, λοιπόν;
-Τα κουτιά δεν τα έχω, τα πέταξα.
-Γιατί τα πέταξες;
-Έπιαναν πολύ χώρο.
-Μιλάς σοβαρά;
-Έπιαναν όλο το συρτάρι τίγκα.
-Τα κουτιά.
-Και με εκνεύριζαν, δεν μπορούσα να το βλέπω έτσι.
-Και τώρα πώς τα έχεις;
-Τα έχω έτσι χωρίς.
-Τι έτσι; Χύμα;
-Για αυτό σου λέω, δυσκολεύομαι.
-Και τώρα πώς τα παίρνεις; Κουτουρού;
-Βάζω το χέρι και ότι πιάσει.
-Ω, Θεέ…
- …τώρα σωστά, λάθος, ούτε ξέρω.
-Βρε άνθρωπε…
-Πάντως κάτι παίρνω κάθε φορά.
-Δε φοβάσαι που τα παίρνεις έτσι;
-Ωχού, φάρμακα δεν είναι μωρέ;
-Φάρμακα είναι, ναι.
-Για καλό δεν τα δώσανε μωρέ;
-Για καλό τα δώσανε, ναι.
-Ε, τι να φοβηθώ;…
(Περισσότερες ιστορίες από την τρελή καθημερινότητα ενός φαρμακείου στο βιβλίο Φαρμακοποιοί σε απόγνωση από τις εκδόσεις Σαββάλας)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου